Στην εποχη της ευθυνης



Δέκα χρόνια πριν, μέσα στο intercity με μια τεράστια βαλίτσα κι ενα laptop, άφηνα τη Θεσσαλονίκη για την Αθήνα, γεμάτος αόριστες προσδοκίες - που καμια δεν επιβεβαιώθηκε.

Αφήνοντας πίσω το comfort zone, γνωστούς και φίλους, σε ενα θαρραλέο φτου κι απ'την αρχή από μια ανώγεια γκαρσονιέρα στο Κουκάκι. Ένα ντου σε μία νέα, αχαρτογράφητη ζωή. 

Ζόρικη πάντα η νέα αρχή. Και παράξενη όταν μιλάμε για την Αθήνα. Πόλη αλλοκοτη, χωρίς αρχή, μέση και τέλος. Μια παλαβή Βαβέλ - μέρος εκρηκτικο. Την βλέπεις με τα μάτια ενός ξένου και σταυροκοπιεσαι. Λες "είναι δυνατόν;"

Μεγάλη η πλάνη των ανθρώπων όταν κάνουν σχεδιασμούς. Θαρρείς και ο χρόνος μας βλέπει από κάπου και γελάει. Η τύχη, το απρόοπτο παραμονεύει να σου τα ανατρέψει όλα. Πόσα κάστρα έχουν πέσει όλα αυτά τα χρόνια; Και πόσα ακόμα μπορεί να έπονται; Πόσες ακλονητες βεβαιότητες λύγισαν και κονιορτοποιήθηκαν από τις εξελίξεις;

Πέρασαν δέκα χρόνια. Κι ακόμη οπότε ξεχνιέμαι για λίγο, νομίζω ότι είμαι στη Σαλονίκη. 

(Θα μου μείνει κουσούρι αυτό). 

Ξεμαθα όμως την υγρασία και την ομίχλη και μου κακοφαινονται πια όταν ανεβαίνω πάνω. Μου έλειψε και η σουρεαλιστική βροχή του Ιούνη με την έκθεση βιβλίου να διαλύεται στην παραλία. Και τα Κάστρα. Και εκείνα τα ηλιοβασιλέματα από τον Θερμαϊκό, με τα απίστευτα χρώματα. Και οι μουσικές του Ισαλου. Ο κατάλογος είναι μακρύς, αλλά όχι πολύ. 

Δεν έχω παράπονο από την πρωτεύουσα. Παρόλο που είναι άγρια, μου συμπεριφέρθηκε ντόμπρα και δίκαια. Δεν με κερδίζει, όμως, παρόλο που εχω προσπαθήσει. Μόνο με την Αθηνάς - τον πιο βαθιά ασιατικό δρόμο της Ευρώπης, το επίκεντρο της παλαβομαρας, την αριστοφανική αρτηρία που συνδέει την αιωνίως άχαρη Ομόνοια με το Μοναστηράκι των δύο Μπαϊρακτάρηδων και των έξι πολιτισμών - εχω δεθεί. Ίσως γιατί είναι και ο πιο ειλικρινής δρόμος της πόλης, χωρίς μόστρα και άλλα φούμαρα. 

Δέκα χρόνια μετά, σε έναν τόπο που τότε μεθούσε με δανεικά - χωρίς επίγνωση του ζην επί πιστώσει - και σήμερα μετέωρος, αναζητεί λύτρωση από τη νέμεση της δικής του ύβρεως. 

Το χθες δεν θα ξανάρθει. Ποτέ δεν θα ξαναειμαστε 26-27 χρονών. Το καταλαβαίνεις, όταν βλέπεις τους παλιούς σου φίλους από κοντά, γκριζαρισμενους - αλλά δόξα τω Θεώ ευτυχισμένους. Και όταν μαθαίνεις σοκαρισμένος - και με καθυστέρηση - οτι καλά παιδιά από τα παλιά μας άφησαν χρόνους.

Ποτέ δεν θα είμαστε ξανά πιτσιρικάδες. Για αυτό να χαίρεστε κάθε μέρα και να γιορτάζετε τα μικρά και τα μεγάλα της πράγματα. Γιατί κι εμείς μεγαλώνουμε - όπως και οι προηγούμενοι από εμάς - και γιατί ο χείμαρρος των αναπαραστάσεων και των ερειθισμάτων με τα οποία ανατραφήκαμε - ως η πρώτη γενιά Ελλήνων που κοίταξε ισότιμα τους συνομήλικους της στη Δύση - μας άφησε και κάλπικα διαπιστευτήρια αιώνιας νιότης. 

Μπαίνουμε πια στην εποχή της ευθύνης. Με την ελπίδα (και το χρέος) τα παιδιά που μεγαλώνουμε, να μπορούν να κοιτάξουν στο μέλλον ισότιμα στα μάτια τους συνομήλικους τους σε αυτόν τον γενναίο, αναδυόμενο κόσμο που άλλοτε μας σαγηνεύει και άλλοτε μας σκορπίζει τον φόβο. 

Σχόλια