Η πολη και η πανδημια


Τηρώ τα μέτρα με συνέπεια από την πρώτη στιγμή. Η αυτορρύθμιση του πολίτη είναι ο πλέον ξεκάθαρος τρόπος για να περάσουμε σωοι την καταιγίδα. Το ψάρι βέβαια βρωμάει απ'το κεφάλι. Η ελληνική πόλη που μας κληροδότησε ο μεταπολεμικός κόσμος ήταν συμπαθητική για την εποχή της, αλλά γρήγορα απέδειξε τις τεράστιες αδυναμίες της. 

Η πάροδος του χρόνου, η εξωφρενική θέση σε προτεραιότητα της χρηματοδότησης των κατασκευών, η διαρκής επανάληψη των ίδιων λαθών - οι ίδιοι λόγοι που έκαναν μη ελκυστικά τα ολοκαίνουρια διαμερίσματα της Κυψέλης την δεκαετία του 1970 εξακολουθούν να ισχύουν για σχεδόν το σύνολο των αστικών κέντρων - και η θεσμική κατάρρευση που έφερε η κρίση, έχουν κάνει την ελληνική πόλη τόπο αφιλόξενο. 

Κοιτούσα νωρίτερα τα σκανδαλοθηρικά ρεπορτάζ για τον συνωστισμό της Κυριακής. Η πραγματικότητα είναι ότι οι επιλογές των πολιτών είναι ελάχιστες. Ο κόσμος δεν έχει που να πάει - και δεν έχει και που να πάει τα παιδιά του, κάτι που είναι καθοριστικό για την ομαλή τους ανάπτυξη - και όλα αυτά γιατί γενιές τώρα εισπράττονται υπεραξίες από μια ελλ. τύπου οικοπεδοποίηση που δεν λαμβάνει υπόψη ούτε τα ελάχιστα από τις καλές πρακτικές του εξωτερικού. 

Και η οποία αποθεώνεται από ένα κοντόφθαλμο κράτος που διαιωνίζει την κατάσταση χάρην του "ότι, φάμε ότι, πιούμε σήμερα", νίπτοντας τας χείρας του και δεν ρύεται ημάς από του πονηρού, το αντίθετο μάλιστα, στηριζόμενο κι ολας σε τόνους κανονιστικής ύλης η εφαρμογή της οποίας επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων. 

Η πραγματικότητα είναι ότι ο τρόπος που φτιάξαμε πόλεις μας οδηγεί στον συνωστισμό καθώς τουλάχιστον για τον μισό ελληνικό πληθυσμό οι ελεύθεροι, προσβάσιμοι χώροι είναι μετρημένοι στα δάχτυλα. 

Οι επιπτώσεις της πανδημίας δεν θα φύγουν εύκολα. Η νέα κατάσταση θα έπρεπε να μας κάνει να συζητάμε για το τι πόλη θα θέλουμε να αφήσουμε στα παιδιά μας - να γκρεμίσουμε; να χτίσουμε ουρανοξύστες; να ενθαρρύνουμε μετακινήσεις πληθυσμού; κάτι έστω. 

Μια βιώσιμη και ελκυστική πόλη δεν είναι πολυτέλεια, αλλά προϋπόθεση για μια πιο υγιή ανάπτυξη και πιο ανθρώπινη ζωή. Οι παππούδες μας είχαν τη δικαιολογία ότι από την αντιπαροχή έβγαιναν από την απόλυτη ένδεια. Εμείς τι θα λέμε; Ότι βλέπαμε Master Chef;

Σχόλια