Γιατί να επιβιώσει ο «9,58»

Δεν είμαι και ούτε ήμουν ποτέ ακροατής του «9,58». Πολύ σπάνια τον άκουγα και δεν μπορώ να αναγνωρίσω τις φωνές των παραγωγών του, πλην της Εύας Κουσιοπούλου που την ξέρω από χρόνια. Προτιμούσα τον «88μισο», όπου και δούλευα μέχρι το 2005, έπειτα τον «Republic» και τώρα είμαι πλέον μεταξύ του «Off», του «Εν Λευκώ» και του «iCat», που ανήκει στην αυτόνομη κυβέρνηση της Καταλωνίας.

Τον «9,58» δεν τον θεωρώ καν ιστορία επιτυχίας. Όμως, πάντοτε τον έβλεπα να έχει μία σταθερή, διαχρονική παρουσία στα πολιτιστικά πράγματα και το εκτιμούσα. Έχοντας ξεκινήσει ως πολιτιστικός συντάκτης και ραδιοφωνικός παραγωγός, κάποια πράγματα εξακολουθούν να έχουν σημασία, παρόλη την κατοπινή παρέλαση νέων καταστάσεων κι εσχάτως ταξιτζήδων, φορτηγατζήδων, υπαλλήλων των συγκοινωνιών και όλων εκείνων που εμπλέκονται στο ρεπορτάζ Μεταφορών. Ένας τρελός ήμουν κι εγώ που έδινε όλα τα λεφτά του στα cd και μάζευε demo από υπόγεια, δισκάδικα και σπιτικά στούντιο.

Στο εύλογο ερώτημα τι δουλειά έχω με τον «9,58» (ξέρω ότι πολλοί φίλοι απόρησαν), απαντώ με μία εκλαϊκευμένη πολιτική ανάγνωση της «ανάλυσης αγοράς» της Θεσσαλονίκης, η οποία βρίσκεται υπό μετασχηματισμό εδώ και δύο δεκαετίες.

Τα περισσότερα ραδιόφωνα στη Θεσσαλονίκη είναι πλέον οικονομικά αποδεκατισμένα, φυτοζωούν και η αλήθεια είναι ότι ουδέποτε διακρίθηκαν για την ποιότητα του προγράμματός τους – πλην των γνωστών εξαιρέσεων. Η πιθανότητα η τοπική «αγορά» να ενδιαφερθεί ξαφνικά για τον πολιτισμό εν μέσω κρίσης είναι απίθανη – δεν το έκανε ούτε τις καλές ημέρες – και μάλλον θα αρκεστεί στο αναμάσημα της διεθνούς και ημεδαπής ειδησεογραφικής ύλης του ποδοσφαίρου και του life style. Μουσικά, δε, σωτηρία δεν υπάρχει, όπως και δεν υπήρξε ποτέ – με τις γνωστές εξαιρέσεις, βέβαια, σταθμών ή μεμονωμένων παραγωγών. Infotainment με λάμδα βαρύ.

Παλιότερα, η Σαλονίκη είχε και τον «Παρατηρητή» και τον «Ανατολικό», ραδιόφωνα του πολιτισμού και τα δύο. Είχε και τα πρώτα free press στη χώρα, τον «Πιλότο» και το «FanZein» του Μύλου, χώρια ο «Εξώστης», αρχαιότερος αυτός. Είχε την δυνατή πρωινή της («Μακεδονία»), τη γερή απογευματινή της («Θεσσαλονίκη) και την Κυριακάτική της («Ελληνικός Βορράς»). Είχε βιομηχανία, μία ανεπτυγμένη βιοτεχνία και ισχυρό εμπόριο. Η Σαλονίκη έβγαλε τον «Ιανό», το γκραφίτι, τον «Μύλο» και τους καλούς ραδιοπειρατές, που διαμόρφωσαν και τη μουσική κουλτούρα της.

Η αποβιομηχάνιση άρχισε να ξηλώνει σιγά – σιγά ότι δημιουργήθηκε μετεμφυλιακά. Έως τα μέσα του 2000 η πόλη πλέον ήταν κάτι άλλο, ο πήχης έπεσε, οι δουλειές σταμάτησαν. Θυμάμαι που ζητούσε ο ΟΤΕ συμβασιούχους ορισμένου χρόνου για ημιαπασχόληση και στα κεντρικά γραφεία της Σαλονίκης είχαν τιγκάρει οι γύρω δρόμοι από κόσμο. Και αναρωτιόμουν «για 300 ευρώ όλο αυτό;».

Στη μικροκλίμακα της Θεσσαλονίκης ζητείται επειγόντως μετα-Περεστρόικα. Μια πόλη μαθημένη να ζει και να βιοπορίζεται από τον ιδιωτικό τομέα, στερήθηκε τα δυναμικότερα κομμάτια του, λόγω των κατακλυσμιαίων επιπτώσεων της παγκοσμιοποίησης και όχι μόνο – τεράστια ευθύνη φέρουν και οι ίδιες οι παραγωγικές τάξεις.

Το δημόσιο πέραν των επενδύσεων σε υποδομές, στο βαθμό που αυτό έγινε ή γίνεται, απουσιάζει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η δημιουργία νέου εκθεσιακού κέντρου της Θεσσαλονίκης, που έχει κολλήσει εδώ και 10 έτη, λόγω της κρατικής αδυναμίας να βάλει μπρος ένα Master plan. Και δεν εννοώ το αθάνατο «που είναι το κράτος;» αλλά τη στοιχειώδη εμπλοκή και υποστήριξη από τις θεσμικές λειτουργίες της πολιτείας για την οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη, όπως συμβαίνει σε όλο τον πλανήτη.

Άρα, τι κάνουμε; Οι δυνάμεις της τοπικής αγοράς μπορούν μέχρι …καφετέρια. Στη Θεσσαλονίκη όλοι πωλούν καφέ, μπύρα και φαγητό ο ένας στον άλλον. Εάν υπάρχουν ζωντανές δυνάμεις στην αγορά, είτε περιμένουν τις καλύτερες ημέρες είτε έχουν επενδύσει αλλού. Οι,δε, λοιπές υφίστανται μαρτύριο ή έχουν αποδεκατιστεί. Τα ντόπια κεφάλαια δεν μπορούν να χρηματοδοτήσουν την (πολιτιστική) ανάπτυξη. Γι’ αυτό και τους Σαλονικιούς καλλιτέχνες θα τους βρεις από Αθήνα έως Νέα Υόρκη και Πεκίνο. Όπως και την πλειονότητα των κατόχων διδακτορικών. Πρόκειται για μία πληθυσμιακή διαρροή, η οποία αποδυναμώνει κάθε προσπάθεια της πόλης να πάρει πάλι μπρος, διότι στερείται χρήσιμους ανθρώπινους πόρους.

Ξαναρχόμαστε λοιπόν στον πολιτισμό. Στις επαρχίες του κράτους, όπως έλεγαν στα παλιά, το Ιστορικό και Λογοτεχνικό Αρχείο Καβάλας το έφτιαξε και το διατηρεί με δικές του δαπάνες ο ευπατρίδης, Νικόλαος Ρουδομέτωφ. Το Πολιτιστικό Αναπτυξιακό Κέντρο Θράκης (ΠΑΚΕΘΡΑ) ανήκει στο πανεπιστήμιο Θράκης και το «τρέχει» στην Ξάνθη ο λέκτορας του ΔΠΘ, Βασίλης Αϊβαλιώτης. Το Ίδρυμα Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης, που φτιάχτηκε με το μεράκι της Βιργινίας Τσουδερού και το συντονίζει ο υπερήφανος Κρης, Σοφιανός Ουτατζής, αποτελεί πρωτοβουλία του ιδιωτικού τομέα. Και οι τρεις φορείς κάνουν απίστευτα καλή δουλειά με τους ελάχιστους πόρους. Η περιπέτεια του πολιτισμού θέλει κυρίως όρεξη και παρέες με πίστη στο όραμα. Και δόξα τω Θεώ υπάρχουν. Επιχειρηματίες όπως ο Γιάννης Μπουτάρης, ο Νίκος Ευθυμιάδης, ο Νίκος Στεφανίδης και ο Αλέξανδρος Μπακατσέλος έχουν πολλά ένσημα σε αυτό τον τομέα.

Το δίλημμα δημόσιο ή ιδιωτικό είναι λάθος. Ο καπιταλισμός είναι από τη φύση του ένα εκκρεμές που μετακινείται πότε από τη μία και πότε από την άλλη πλευρά, ανάλογα την κατάσταση (και ποτέ δεν ισορροπεί!). Τα παραδείγματα – ακόμη και στη χώρα μας – είναι πολλά. Ο θρύλος του σιδηροδρόμου στην Ελλάδα, οι θρυλικοί ΣΠΑΠ δεν ήταν τίποτε παραπάνω από μία σύμβαση παραχώρησης («χτίζεις κι εκμεταλλεύεσαι») μεταξύ δημοσίου και ιδιωτών επενδυτών. Το ίδιο και «γιαγιά» της ΕΥΔΑΠ, η Αμερικανική ULEN, η οποία κατασκεύασε μέσα σε 9 μήνες το υδραυλικό έπος του Μαραθώνα που εξασφάλισε νερό για την Αθήνα, την εποχή που είχε κατακλυστεί από τους Μικρασιάτες πρόσφυγες. Αντίστοιχα, το δημόσιο έχει να δώσει και λαμπρές σελίδες, όπως ο εξηλεκτρισμός της χώρας και η προστασία, συντήρηση και ανάδειξη των μνημείων – μικροχειρουργική δουλειά!. Επίσης, είχαμε και εξαιρετικά μεικτά σχήματα δημοσίου - ιδιωτικού τομέα, όπως η επιτυχημένη και θρυλική ΔΕΘ του Μεσοπολέμου, που επαναμβάνεται σήμερα στο παράδειγμα του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών, την καλύτερη συγκοινωνιακή υποδομή της Ελλάδας.

Έτσι, λοιπόν, και ο 88μισο ήταν προϊόν της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και πήγε όσο πήγε (έπεσε από τρικλοποδιά του κ. Χ. Πρωτόπαππα), ενώ ο «9,58» της κρατικής. Μια χαρά συνυπήρξαν. Όλοι οι πραγματικά καλοί χωράνε.

Οι ραδιοτηλεοπτικές συχνότητες αποτελούν δημόσιους πόρους. Γι’ αυτό και κάθε έλληνας έχει έννομο ενδιαφέρον για το εάν η τηλεόραση ή το ράδιο θα παίζει βλακείες όλη την ημέρα. Η ραδιοτηλεοπτική αγορά είναι εποπτευόμενη παντού στον κόσμο για εκατομμύρια λόγους. Και πάλι, όμως, η αποβλάκωση εξακολουθεί να είναι δύσκολα αντιμετωπίσιμη.

Ο «9,58» είναι μία δομή, ένα «σημείο διανομής» του πολιτισμού, που τροφοδοτείται και τροφοδοτεί. Αποτελεί σταθερό σημείο επαφής. Αν δουλεύει καλά ή όχι το κρίνουν οι ακροατές κάθε ημέρα. Οπωσδήποτε μπορεί να βελτιωθεί και να δουλέψει καλύτερα.

Εμπορικά μιλώντας, η λύση που προτείνει ο υπουργός Επικρατείας, κ. Η. Μόσιαλος για τα ραδιόφωνα της ΕΡΤ στη Σαλονίκη (102, 958, 3ο στα βραχέα) είναι σαν να ενσωματώνεις στο συνεταιριστικό σούπερ μάρκετ («102») με τα τυριά, τα ψωμιά και τα σαλάμια, το κουλτουριάρικο βιβλιοπωλείο που διανυκτερεύει («9,58») και το τοπικό ωδείο («3ο»). Και δεδομένου ότι η φυσική τους συστέγαση αποτελεί ήδη γεγονός και ότι –προς στιγμήν τουλάχιστον- ουδείς απολύεται, καθίσταται σαφές ότι εξοικονόμηση πόρων ή οικονομίες κλίμακος δεν θα υπάρξει. Άρα γιατί να χαλάσουμε το «προϊόν», αφού δεν θα κερδίσουμε τίποτα, ενώ μπορούμε να το κάνουμε καλύτερο; Ας υποθέσουμε ότι η ΕΡΤ βαρέθηκε τον «9,58».

Μία λύση θα ήταν να περάσει στον δήμο Θεσσαλονίκης και να συγχωνευθεί με κάποιο μουσικό δημοτικό ραδιόφωνο για να ενδυναμωθεί. Ή να μπει σε ένα κονσόρτσιουμ των φορέων και της τοπικής κοινωνίας, π.χ. ΕΡΤ, δήμος, ΔΕΘ (όλοι έχουν συχνότητες) και τα μουσεία, προκειμένου να φτιαχτεί ένα δυνατό πράγμα και να μοιραστούν τα κόστη. Συμβαίνει και αλλού. Η εταιρία του αρχιτέκτονα Τζουζέπ Ασεμπίγιο, που πουλάει υπηρεσίες στο κράτος για το Ελληνικό, έχει κύριους μετόχους τον Οργανισμό Λιμένος Βαρκελώνης, το Εμπορικό Επιμελητήριο, την αναπτυξιακή εταιρία της περιφέρειας Καταλωνίας κτλ.

Μία άλλη λύση, που θα είχε ενδιαφέρον, θα ήταν να ενταχθεί ο «9,58» σε μία πλήρως καθετοποιημένη επιχειρηματική μονάδα, η οποία θα στοχεύει στο κοινό του πολιτισμού και θα εκπέμπει πανελλαδικά, χρησιμοποιώντας παραγωγούς και ανταποκριτές από όλη τη χώρα. Κάτι σαν ένα ελληνικό ραδιοφωνικό «Arte».

Έτσι, θα φτιαχτεί ένα γερό «δίκτυο διανομής» πολιτιστικής ύλης, που σίγουρα θα βοηθήσει την (πολιτιστική) αγορά, αφού θα είναι σαν να δίνεις και άλλες γραμμές δικτύου στο μετρό και θα εξυπηρετεί περισσότερες περιοχές. Και αυτό είναι κάτι που χρειάζεται η χώρα εν μέσω κρίσης, αφού μπορεί να «δέσει» με συναυλίες, εκδηλώσεις, τον τουρισμό και τη γαστριμαργία και να κάνει πάσης φύσεως συνέργιες. Μάλιστα, θα μπορούσε να είναι πολύγλωσσο και πολυμεσικό για να προωθεί και τη χώρα, που είναι μία αυτονόητη υποχρέωση της πολιτείας.

Μία ακόμη ρεαλιστική λύση για την Ελλάδα του Μνημονίου θα ήταν απλώς να μείνει ένας ή κανένας σταθμός, να απολυθούν όσοι δεν χρειάζονται ή όλοι, να εκποιηθεί ο εξοπλισμός τους και το δημόσιο να πουλήσει τις συχνότητες σε τρίτους. Μάλιστα, με δεδομένη τη μεταρρυθμιστική ατονία των 4/5 της κυβέρνησης δεν βρίσκω διόλου απίθανο το ενδεχόμενο να επιβληθεί μία τέτοια λύση από τους ίδιους τους δανειστές.

Στη ζωή όλα κοστίζουν. Και τα σχολεία είναι ακριβά και θεωρητικά μπορούμε να τα κλείσουμε. Όπως και οι εκκλησίες, τα κρατικά ΜΜΕ, τα επιμελητήρια, τα ταχυδρομεία, τα αεροδρόμια, τα λιμάνια, οι εφορείες αρχαιοτήτων, οι πολεοδομίες, οι διευθύνσεις συγκοινωνιών, τα αστυνομικά τμήματα, τα μουσεία, τα τραίνα, τα λεωφορεία, τα κέντρα μεταναστών, τα νοσοκομεία, οι κρατικές εταιρίες και τα κέντρα υγείας. Η προτεραιότητα με την οποία τα βάζουμε σε μία λίστα, καθορίζει το πολιτικό στίγμα και τον στόχο μας. Στην Ελλάδα του Μνημονίου προφανώς και η λίστα θα «κουρευτεί». Μόνος ένα τρελός θα πίστευε το αντίθετο.

Το θέμα είναι, εάν μας ενδιαφέρει να μάθει και η υπόλοιπη μισή Θεσσαλονίκη – και μαζί της ολόκληρη η Κεντρική Μακεδονία, δηλαδή των 1/5 των Ελλήνων- τι είναι, που βρίσκονται και τι έχουν στις συλλογές τους τα ΜΜΣΤ και ΚΜΣΤ. Εάν μας νοιάζει, να τον κρατήσουμε τον «9,58» και να γίνουμε πολύ απαιτητικοί μαζί του. Εάν όχι, καλύτερα ας κλείσει. Τα γήπεδα και τα μπουζούκια μπορεί να είναι προτιμότερα και, ίσως, με κάποιο μαγικό τρόπο να μας βγάλουν και από την κρίση. Και ίσως τότε η Πετρούλα ξεκινήσει εκπομπή για το βιβλίο. Το 2012 θα είναι κι έτος Βρεττάκου, θα έρθει και η Γιουροβίζιον...

ΥΓ. Στο κείμενό μου στο «Βήμα» επικαλέστηκα την περιπέτεια του 88μισο, διότι το "σχέδιο Μόσιαλου" μου ξύπνησε τις μνήμες της εποχής εκείνης. Πρέπει κάποτε αυτή η χώρα να αποκεντρώσει τις λειτουργίες της. Ειδάλλως, μια ζωή θα διακινδυνεύουμε από κάποια βλακώδη ή ύπουλη εισήγηση υπηρεσιακού ή μετακλητού παράγοντα προς τον αρμόδιο υπουργό, ο οποίος κατά μέσο όρο μένει εκεί 9 μήνες και φεύγει, μην προλαβαίνοντας να μάθει τίποτα από το χαρτοφυλάκιό του.

Σχόλια

Ο χρήστης radiofono.gr είπε…
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
Ο χρήστης radiofono.gr είπε…
Καλά τα λέει ο Χεκίμογλου. Μόνο που τελικά ο 88μισο δεν έκλεισε λόγω του νόμου Πρωτόπαππα, αφού αυτός ποτέ δεν εφαρμόστηκε. Ο σταθμός είχε μαραζώσει εδώ και πολλά χρόνια για λόγους που πρέπει να αναζητηθούν εντός και πέριξ του σταθμού. Συνέχιζε να εκπέμπει μέχρι και πέρσι, όταν λόγω εγκατάλειψης δεν κατάφερε να βρει νέες εγκαταστάσεις εκπομπής, ή να νομιμοποιήσει τις παλιές...