Φθινόπωρο=Κοπάνα



- «Κοπάνα αύριο;»

- «Μέσα!»


Έχουν περάσει περισσότερα από 13 χρόνια από την εποχή, πού όποτε έσκαγε φθινόπωρο, έφευγε η λιακάδα, έπεφτε βροχή και ομίχλη, μας έπιανε η γνωστή άρνηση. Η άρνηση για τα πιτσιρίκια της εποχής συνεπαγόταν κοπάνα.



Νωρίς το πρωί (όταν είμασταν πρωινοί) δίναμε ραντεβού στους φούρνους και τα μπουγατσατζίδικα, τρώγαμε και κρυβόμασταν για ένα κρίσιμο ημίωρο, προκειμένου να μην γίνουμε αντιληπτοί. Το μεγάλο πάρκο της Πλαστήρα με τα σκαλάκια που οδηγούσαν στη θάλασσα ήταν εξαιρετική επιλογή, no man's land το πρωί, μόνο ελάχιστοι γέροντες, ορισμένοι που έκαναν τζόγκιγκ και ανεπάγγελτοι με τα σκυλιά τους.



Με το πήγαινε εννιά και κάτι στήναμε καρτέρι έξω από το "Βάλσαμο" (ένα ηρωικό στέκι των 90s που έκλεισε άδοξα την πορεία του) και περιμέναμε τον Ηλία ("Πηγούνα" τον έλεγαν οι φίλοι του), τον "Λουξ" ή τον Τόλη να ανοίξουν το μαγαζί. Συχνά, βοηθούσαμε κι εμείς στο μάζεμα, σκούπα, μάπα, καφέδες κτλ.



Όταν τελείωνε το στήσιμο, μας έφτιαχναν καφέ και κάποιος πεταγόταν για τσιγάρα. Τότε χρειαζόμασταν οριακά 1.000 δραχμές, αφού ο κάφές στοίχιζε 500 και άλλες 500 τα τσιγάρα. Μάλιστα, ένας φόρος που είχε βάλει τότε ο Αλ. Παπαδόπουλος με τον Γ. Παπαντωνίου πήγε τα τσιγάρα στις 550, κάτι μου μας χάλασε το «στρόγγυλον» της κατάστασης. Αλλά είμαστε τυχεροί που ζήσαμε την εποχή "Χιλιάρικο" και αυτό διότι μπορούσες να βγάλεις άπειρες ώρες με τρία σημερινά ευρώ.



Μέχρι τις 10 το πρωί είχαν εμφανιστεί και οι υπόλοιποι κοπανατζήδες της Καλαμαριας - παιδιά από το 1ο, το 2ο, το 3ο και το 7ο. Σαν να ήταν δεδομένο ότι οι "κοπρίτες" (και κοπρίτισσες) θα μαζεύονταν όλοι εκεί. Εκείνη την περίοδο, πιστεύω, έγιναν λίαν ενδιαφέρουσες ζυμώσεις που κατέρριψαν παγια "σύνορα" και προκαταλήψεις στον μικρόκοσμο της Καλαμαριάς - δηλαδή του μπουλουκιού των απογόνων των προσφύγων και των αστών που παράτησαν το κέντρο.



Μη χάσει ο υπογράφων, δειλά - δειλά πλησίαζε προς το dj booth, τάχαμ περιεργαζόταν και κοιτούσε. Με την πρώτη ευκαιρία χωνόμουν μέσα, εβγαζα cd και δίσκους και άρχιζα να βάζω μουσική. Κάπως έτσι έμπλεξα. Από τις κοπάνες!



Οι ώρες περνούσαν απείρως πιο γρήγορα από ότι στο σχολείο, με κουβέντες, πλάκες, ατελείωτο scrabble και το αθάνατο trivial pursuit. Θυμάμαι μία παρτίδα, στην οποία πήραμε τη νίκη στην κυριολεξία την τελευταία στιγμή: «Ποιός εκχριστιάνισε την Πελοπόννησο;» «Ο Νίκων ο μετανοείτε!»



14.00.

- «Πως πήγε το σχολείο;»

-«Καλά!»

Και γελούσαν τα μουστάκια μας!

Σχόλια

Ο χρήστης ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΑΡΙΖΩΝΗ είπε…
KI εγώ χαμπάρι δεν έπαιρνα .Γι΄αυτό μετά τρέχαμε να δικαιολογήσουμε τις απουσίες σου.Κι έλεγα τόσες απουσίες αυτό το παιδί πότε τις έκανε!
La madre d' el periodista Achille.Besitos.