H ΓΕΝΟΠ - ΔΕΗ, οι πυρηνικες επιδιωξεις της Ελλαδας και η απελευθερωμενη αγορα


 
Ο Ραφαήλ Μωυσής, παλιός διοικητής της ΔΕΗ, πρώην πρόεδρος της ΔΕΠΑ, της Αττικό Μετρό και του Συμβουλίου Εθνικής Ενεργειακής Πολιτικής, με μακρά θητεία στην ιδιωτική οικονομία, είναι πολύ οικεία προσωπικότητα για όλους εκείνους που ασχολούνται με την ενεργειακή οικονομία.

Σχετικά πρόσφατα δημοσίευσε το βιβλίο «Θα γίνει της … Δεής» από τις Εκδόσεις Καπόν, που σε ταξιδεύει σε άγνωστες στιγμές της μεγαλύτερης ελληνικής εταιρείας, ενώ παίρνει θέση για επίκαιρα ζητήματα, όπως η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας και για το εάν έχει ή δεν έχει τελικά όφελος για τον καταναλωτή και την οικονομία.

Τοπικά μονοπώλια

Στα παλιά στην Ελλάδα κάθε περιοχή υπήρχε μία ιδιωτική εταιρεία που παρήγε και διένειμε το ρεύμα. Οι τιμές και οι όροι εμπορίας καθορίζονταν από τις ίδιες τις εταιρίες χωρίς μεσολάβηση του κράτους. Η τιμή της κιλοβατώρας διέφερε από περιοχή σε περιοχή.

Η μεγαλύτερη ήταν η Power & Traction της Αθήνας και οι αμέσως επόμενες η εταιρεία της Θεσσαλονίκης, ο «Γλαύκος» της Πάτρας κτλ. Ήταν μια αγορά απελευθερωμένη όχι όμως ανταγωνιστική καθώς αποτελείτο από τοπικά μονοπώλια.

Η εκβιομηχάνιση και η κοινωνική αναβάθμιση ήταν απαραίτητη προϋπόθεση για την επίτευξη του οράματος να παύσει να είναι η Ελλάδα Ψαροκώσταινα. Έτσι, χρειαζόταν ένα οργανωμένο πρόγραμμα εξηλεκτρισμού που δεν μπορούσε όμως να βασιστεί στην τότε κατάσταση.

Δεκάδες μηχανικοί είχαν εξετάσει την αξιοποίηση των πλουτοπαραγωγικών μέσων της χώρας και οι μελέτες αυτές έγιναν συγκεκριμένες μετά την απελευθέρωση, από την UNRAA και το σχέδιο Μάρσαλ. Εκπονήθηκε ειδική μελέτη από την Ebasco Services που περιέγραφε ένα αναπτυξιακό πλάνο ηλεκτροπαραγωγής αλλά χωρίς να έχει τη μορφή ολοκληρωμένου business plan και δεν προσδιόριζε φορέα υλοποίησης.

Η δημιουργία της ΔΕΗ

Το 1948 συστάθηκε επιτροπή με πρόεδρο τον Κ. Δοξιάδη η οποία προβληματίστηκε εάν ο φορέας υλοποίησης του εξηλεκτρισμού της Ελλάδας θα ήταν δημόσια ή ιδιωτική επιχείρηση. Και κάπως έτσι κατέληξαν σε έναν οργανισμό που θα ανήκε εξ ολοκλήρου στο δημόσιο, αλλά θα λειτουργούσε με τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας. 

Το στήσιμό της ανέλαβε η Ebasco, η οποία απέκτησε πλήρη αρμοδιότητα διοίκησης, καθώς τότε απουσίαζε η έννοια του επαγγελματικού μάνατζμεντ στη χώρα. Η χρηματοδότηση θα γινόταν με χρήματα του Σχεδίου Μάρσαλ.

Έτσι, πάρθηκε τότε η απόφαση από τον καθηγητή του πολυτεχνείου Γιώργο Πεζόπουλο να γίνει εργοστάσιο ηλεκτροπαραγωγής από λιγνίτη στην Μεγαλόπολη, που ήταν μία πρωτοποριακή για τα παγκόσμια δεδομένα απόφαση, καθώς ήταν η πρώτη φορά που ένας τόσο φτωχός σε θερμογόνο δύναμη λιγνίτης θα χρησιμοποιείτο για την παραγωγή ηλεκτρισμού.

Το σκεπτικό του Πεζόπουλου ήταν ότι λίγο χρόνια η ηλεκτροπαραγωγή θα παρήγετο από πυρηνική ενέργεια κι έτσι ο λιγνίτης θα ήταν άχρηστος. Τελικά όμως ήταν το κόστος του πετρελαίου που εκτοξεύθηκε κι έτσι ο λιγνίτης συνέβαλε στην εξοικονόμηση πόρων για τη χώρα.

Έτσι, δημιουργήθηκε η ΔΕΗ, η οποία υποτίθεται ότι θα μεγάλωνε με την εξαγορά των τοπικών εταιρειών. Η ανάπτυξη όμως της ηλεκτροπαραγωγής αργούσε γιατί οι ιδιωτικές εταιρείες ήλεγχαν την διανομή και οι τιμές της κιλοβατώρας παρέμεναν υψηλές. Ουδείς τολμούσε να κάνει τις εξαγορές.

Αυτός που το πέτυχε, ήταν ο Παναγής Παπαληγούρας ο οποίος με νόμο του 1956 τερμάτισε όλες τις άδειες των τοπικών εταιρειών και έτσι η ΔΕΗ άρχισε να εξαγοράζει τα ιδιωτικά δίκτυα. φέρνοντας για πρώτη φορά ενιαίο και χαμηλότερο τιμολόγιο πανελλαδικά.

Τα πυρηνικά όνειρα της ΔΕΗ

Παράλληλα, η ΔΕΗ διερεύνησε και τα πυρηνικά. Ο Μωυσής δήλωνε θιασώτης της πυρηνικής ενέργειας, θέση την οποία εγκατάλειψε γιατί κατάλαβε ότι το κόστος ανάπτυξης στην Ελλάδα θα ήταν τεράστιο, εξ αιτίας των δεδομένων δικαστικών εμπλοκών που θα είχε ένα τέτοιο εγχείρημα που θα επιβάρυνε λόγω των καθυστερήσεων και της επιβάρυνσης των τόκων, την χρηματοδότηση του έργου.

Το ενδιαφέρον για τα πυρηνικά στην Ελλάδα αρχίζει στα τέλη του 1950, όταν η συνολική ισχύς ήταν πολύ χαμηλή. Το ενδιαφέρον ήταν θεωρητικό και ως χρήση αναφερόταν η πιθανή αφαλάτωση θαλάσσιου νερού σε μεγάλες ποσότητες.

Το 1965-1966 η Βρετανική κυβέρνηση πρότεινε στην Ελλάδα την προμήθεια δύο πυρηνικών αντιδραστήρων το τίμημα των οποίων δεχόταν να καταβάλει σε καπνά.

Ακολούθησαν κάποια βήματα σε τεχνικό επίπεδο και διερευνήθηκε μία επιλογή τοποθεσίας στην Αττική, όμως παρενέβη ο τότε διοικητής της ΤτΕ Δημήτριος Γαλάνης (και πρώην αντιπρόεδρος του ΔΣ της ΔΕΗ) που ματαίωσε το έργο. Το 1971 ιδρύθηκε ειδικό γραφείο πυρηνικών μελετών που μετατράπηκε το 1980 σε υποδιεύθυνση και συμπεριέλαβε τη δημιουργία πυρηνικού εργοστασίου στο 10ετες αναπτυξιακό πρόγραμμα, με προβλεπόμενο χρόνο ένταξης στο ενεργειακό μείγμα το 1990.

Ο Κ. Καραμανλής είχε πει τότε ότι η χώρα έπρεπε ένα είναι προετοιμασμένη γαι τη χρήση πυρηνικών. Το 1980 η ΔΕΗ ανέθεσε στην Ebasco να εκπονήσει μελέτη για την πρώτη φάση και να εντοπίσει βάσει κριτηρίων επιλογής πέντε τοποθεσίες για πιθανή εγκατάσταση εργοστασίου ηλεκτροπαραγωγής με χρήση πυρηνικής ενέργειας. Ο χώρος αναζητήθηκε στην Κεντρική και τη Νότια Ελλάδα.

Το θέμα έκλεισε με την κυβερνητική αλλαγή του 1981 και ενταφιάστηκε με το ατύχημα του Τσερνόμπι. Μάλιστα, το 1986 η διοίκηση Μαυράκη παρέπεμψε στη δικαιοσύνη τον Μωυσή, τον επικεφαλής της υποδιεύθυνσης Γιάννη Καράγγελο και άλλους για την «πυρηνική» σύμβαση της Ebasco, οι οποίες αθωώθηκαν πανηγυρικά. Εάν η ΔΕΗ είχε πυρηνικά εργοστάσια θα ήταν λιγότερη ευάλωτη στον κατακερματισμό, σημειώνει ο Μωυσής.

Η ΓΕΝΟΠ και η Χούντα

Επί χούντας απομακρύνθηκαν κορυφαία στελέχη από τη ΔΕΗ, με αποκορύφωμα της «κάθαρσης» την προσπάθεια εξασθένισης της επιρροής των διαφόρων συνδικαλιστικών σωματείων που ήταν στην πλειοψηφία τους δημοκρατικών φρονημάτων, με τη δημιουργία μιας γενική ομοσπονδίας προσωπικού και η οποία και θα τα καπέλωνε, στελεχωμένη αρχικά από ακραία δεξιά στοιχεία. Η γνώριμή μας ΓΕΝΟΠ – ΔΕΗ ιδρύθηκε με απόφαση του πρωτοδικείου Αθηνών στις 27/2/1971.

Η αποκατάσταση των διωχθέντων έγινε μεταπολιτευτικά από τη διοίκηση του Μιχάλη Αγγελόπουλου. Ακολούθησε η διοίκηση του Μωυσή, ο οποίος ίδρυσε τον μεγαλύτερο ίσως αριθμό εργοστασίων, η ωρίμαση των οποίων είχε γίνει από τον προκάτοχό του.

Ακολούθησαν αυξήσεις ρεύματος στη φάση που το ΠΑΣΟΚ βρισκόταν προ των πυλών της εξουσίας, με αποτέλεσμα να πέσει ανελέητο «ξύλο» από τις εφημερίδες.

Στο μεταξύ, ο τότε υπουργός ΠΕΧΩΔΕ Στέφανος Μάνος κατάφερε να κλείσει το φουγάρο της ΔΕΗ στο Κερατσίνι, συμβάλλοντας τελικά στο μπλακάουτ του 1983, όταν και η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ αναγκάστηκε να το ξαναβάλει μπρος. Με το ΠΑΣΟΚ όλα άλλαξαν. Ο πρόεδρος της ΓΕΝΟΠ Τάσος Άμαλος ανέλαβε υποδιοικητής της ΔΕΗ, με διοικητή τον καθηγητή Δημήτρη Παπαμαντέλλο.

Η ΔΕΗ προώθησε τις ΑΠΕ: ένα από τα πρώτα αιολικά πάρκα στην Ευρώπη στην Κύθνο, φωτοβολταϊκά συστήματα στην Κρήτη, το Ηλιακό Χωριό στην Πεύκη. Παράλληλα, τεχνικά λάθη στην κατασκευή αχρήστεψαν στο σύστημα γεωθερμίας στη Μήλο.

Κριτική στον λειτουργικό διαχωρισμό

Η ΔΕΗ έγινε ΑΕ και μπήκε στο χρηματιστήριο. Ακολούθησε η ελληνικής επινόησης συμφωνία απελευθέρωσης με την Ευρώπη, γράφει, η οποία δεν θα γινόταν με διάσπαση, αλλά με επενδύσεις για τη νέα ζήτηση από ιδιώτες επενδυτές και όχι από τη ΔΕΗ. Αυτές όμως δεν ήρθαν ποτέ. έτσι το ηλεκτρικό σύστημα της Ελλάδα βρέθηκε σε στενότητα ισχύος.

Ο Μωυσής ασκεί έντονη κριτική στον τρόπο με τον οποίο Ελλάδα και Ευρώπη προχώρησαν σε απελευθέρωση της ενεργειακής αγοράς στην Ελλάδα.

Θεωρεί ότι απώλεια των μεγεθών, που έφερε ο λειτουργικός διαχωρισμός της ΔΕΗ (ΔΕΗ – ΑΔΜΗΕ – ΔΕΔΔΗΕ) οδηγεί και σε απώλειες των οικονομιών κλίμακος και σε μεγαλύτερο κόστος, και άρα αυξήσεις για τους καταναλωτές.

Μάλιστα, πιστεύει ότι το οριακό μέγεθος βιωσιμότητας για τη ΔΕΗ πρέπει να είναι μεγαλύτερο ακόμη και από το αρχικό της μέγεθος, και γι’ αυτό θεωρεί ότι ο κατακερματισμός της ήταν μία εσφαλμένη απόφαση. Διότι η δύσκολη γεωγραφία, οι κοινωνικές ανισότητες της Ελλάδας και η έλλειψη των μεγάλων μεγεθών στην οικονομία, που θα έφερναν τους μεγάλους εταιρικούς πελάτες, δυσχεραίνουν τα πράγματα. 

Μάλιστα, χαρακτηρίζει ένοχη την Ευρώπη που επιβάλει στην Ελλάδα πολιτικές που είναι κατάλληλες για μεγάλες βιομηχανικές αγορές, αλλά όχι για μικρότερες χώρες, αλλά τις ελληνικές κυβερνήσεις που δεν ύψωσαν το ανάστημά τους για να πείσουν τους Ευρωπαίους για την ελληνική ιδιαιτερότητα.

Επιπλέον, χαρακτηρίζει τη χρήση του λογαριασμού της ΔΕΗ ως όχημα πληρωμών για τις ρυθμιζόμενες χρεώσεις ως υπεύθυνο για το μεγαλύτερο μέρος των κακοπληρωτών της εταιρείας.

Ο Μωυσής κλείνει το βιβλίο του, ομολογώντας ότι δεν θα υπάρξει ξανά μεγάλη ΔΕΗ. Αλλά ούτε και αυτό που φώναζαν κάποτε οι συνδικαλιστές κάτω από το μπαλκόνι του: «Φθηνό ρεύμα στον λαό».

Σχόλια